Θυμίζοντας παλαιότερες εποχές
Τι κι αν η σημερινή εποχή χαρακτηρίζεται από τα πολυκαταστήματα, τα οποία έχουν αντικαταστήσει τα συνοικιακά παντοπωλεία, που άλλοτε λειτουργούσαν καλύπτοντας εξ ολοκλήρου τις ανάγκες μιας περιοχής… Στην Καλαμάτα, λοιπόν, λειτουργούν μέχρι και σήμερα τουλάχιστον δύο παραδοσιακά παντοπωλεία, τα οποία σε πείσμα των καιρών συνεχίζουν έχοντας συμπληρώσει μισό ή και έναν αιώνα διαδρομής. Περιδιαβαίνοντας κανείς σε γειτονιές της πόλης, θα τα αναγνωρίσει, μιας κι έχουν διατηρήσει την ιδιαίτερη φυσιογνωμία που είχαν από το ξεκίνημά τους, τότε που εμπορεύονταν τα απολύτως αναγκαία αγαθά, όπως αλεύρι, λάδι, κρασί και όσπρια.
Το πέρασμα των χρόνων επέβαλε την εισχώρηση όλο και περισσότερων προϊόντων στα ράφια τους, όμως αυτό που παρέμεινε ίδιο είναι ότι για χρόνια αποτελούν την ψυχή της γειτονιάς που εξυπηρετούν.
Το «Θ» μίλησε με τους ιδιοκτήτες τους, οι οποίοι έκαναν λόγο για το ξεκίνημα λειτουργίας τους, αλλά και το μέλλον, το οποίο, όπως μας ανέφεραν, φαντάζει αβέβαιο…
Παντοπωλείο Βασίλη Σταθάκη
Φθάνοντας κανείς στην καρδιά του Ιστορικού Κέντρου της Καλαμάτας, και αφήνοντας πίσω του το ναό των Αγίων Αποστόλων, επί της οδού Αγίου Ιωάννη θα συναντήσει ένα από τα πρώτα παντοπωλεία που λειτούργησαν στη μεσσηνιακή πρωτεύουσα. Η επιβλητική ταμπέλα «ΜΑΡΚΕΤ ΗΛΙΟΣ – ΣΤΑΘΑΚΗΣ» τραβά πρώτη τα βλέμματα των περαστικών, έχοντας παραμείνει η ίδια από το 1918, οπότε άρχισε τη λειτουργία του.
Όπως περιγράφει ο κ. Βασίλης Σταθάκης, σημερινός ιδιοκτήτης και συνεχιστής της οικογενειακής παράδοσης, η ιστορία του παντοπωλείου ξεκινά με την επωνυμία «Σταθάκη και Μυστριώτη», όταν ο πατέρας του, προερχόμενος από τα Αρφαρά και ο θείος του από το Αριοχώρι, όντας ξαδέρφια, αποφάσισαν να το ανοίξουν για πρώτη φορά στη συμβολή των οδών Γερμανού και Αμφείας. «Με το πέρασμα των χρόνων ανέλαβα την ιδιοκτησία του καταστήματος, ενώ αρκετό καιρό αργότερα, λίγο μετά το 2000, μεταφερθήκαμε στον τωρινό χώρο, όπου συνεχίζουμε με το ίδιο μεράκι».
Μιλώντας για την ιστορία του παντοπωλείου, ο κ. Σταθάκης εξηγεί ότι η έναρξη λειτουργίας του ήταν άκρως επιτυχημένη, αφού οι τότε ιδιοκτήτες διατηρούσαν την αντιπροσωπεία με τα μακαρόνια «Ήλιος», τον «Πελαργό», τον «Κύκνο», τη «Δήμητρα», καθώς και μεγάλη ποικιλία με βακαλάους, ρέγκες, σαρδέλες, όσπρια και τυροκομικά. «Εκείνη την εποχή δουλεύαμε πέραν της Καλαμάτας και της Μεσσηνίας, με όλο το Νομό Λακωνίας και το Νομό Αρκαδίας. Στο πέρασμα του χρόνου η ζημιά έγινε από τα σούπερ μάρκετ και τα πολυκαταστήματα που ήρθαν στην πόλη, με αποτέλεσμα να αναγκαστούμε να πουλάμε πλέον μόνο λιανική, ενώ νωρίτερα εξυπηρετούσαμε κυρίως με χονδρική πώληση», μας αναφέρει.
Κάνοντας λόγο για το σημερινό πελατολόγιο, ο κ. Σταθάκης σημειώνει ότι «ο κόσμος εξακολουθεί να μας προτιμά, γιατί έχουμε μέχρι και σήμερα επιλεγμένα και ποιοτικά είδη, ενώ συνεχίζουμε όσο μπορούμε να κρατάμε αρκετά χαμηλά τις τιμές».
Σύμφωνα με τον ίδιο, η ξεχωριστή ποιότητα στα όσπρια και τα τυροκομικά, τα οποία προμηθεύεται αυστηρά από Έλληνες παραγωγούς, είναι αυτό που τον ξεχωρίζει στη σημερινή αγορά.
Όσον αφορά στο μέλλον του οικογενειακού παντοπωλείου, αυτό κρίνεται αβέβαιο, αφού οι νεότερες γενιές δε θα μπουν στη διαδικασία να το αναλάβουν. «Μέχρι σήμερα καταφέρνουμε να συνεχίζουμε την οικογενειακή παράδοση. Στο εξής κρίνεται άγνωστο το μέλλον του παντοπωλείου, παρ’ όλα αυτά παραμένω αισιόδοξος!», σχολιάζει ο κ. Σταθάκης.
Παντοπωλείο «Μεντόπουλου»
Στη συμβολή των οδών Κανάρη και Πλάτωνος, ένα ακόμη παντοπωλείο γράφει τη δική του ξεχωριστή ιστορία. Μετρώντας πλέον εξήντα επτά χρόνια συναπτής λειτουργίας, ο σημερινός ιδιοκτήτης, Διονύσης Μπογέας, κάνει λόγο για ένα παντοπωλείο γειτονιάς που έχει καταφέρει να διατηρήσει το κοινό του χάρη στην ποιότητα των προϊόντων που εμπορεύεται.
Πιάνοντας, όμως, το νήμα της ιστορίας του καταστήματος από την αρχή, ο κ. Μπογέας αναφέρει ότι το παντοπωλείο άρχισε να λειτουργεί με την επωνυμία «Μεντόπουλος» το 1957 από το θείο της συζύγου του, από τον οποίο στη συνέχεια έλαβε τη σκυτάλη η ανηψιά και σύζυγος του κ. Μπογέα. «Στην αρχή ο ιδιοκτήτης εμπορευόταν ελαιόλαδο, κρασί, κονσέρβες, όσπρια και τυροκομικά, ενώ λειτουργούσε παράλληλα και ως μικρή γειτονική ταβέρνα στην αραιοκατοικημένη τότε περιοχή», μας περιγράφει.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το 1957 στην περιοχή δε διέμεναν πολλοί κάτοικοι, αφού η γειτονιά θεωρούνταν «εκτός Καλαμάτας». Στη συνέχεια, ωστόσο, ξεκίνησε να λειτουργεί το Κέντρο Υγείας της πόλης, οπότε άρχισε να αναπτύσσεται η γύρω περιοχή.
«Η αύξηση των καταναλωτικών συνηθειών των ντόπιων ήταν ο λόγος χάρη στον οποίο το παντοπωλείο άρχισε να προμηθεύεται περισσότερα προϊόντα από τα πολύ βασικά είδη που εμπορευόταν ως τότε», εξηγεί ο κ. Μπογέας.
Όσο για το σήμερα, αναφέρει: «Θεωρώ ότι ο κόσμος εκτιμά την ποιότητα των προϊόντων που μπορεί να βρει σε εμάς κι έτσι η ανταποδοτικότητα είναι σημαντική μέχρι σήμερα».
Για δε το μέλλον, σχολιάζει: «Η συνέχεια του παντοπωλείου κρίνεται αβέβαιη, μιας και εμείς που το διατηρούμε σήμερα, το κρατήσαμε επειδή το θέλαμε και στην ουσία το διατηρεί η σύζυγός μου. Αυτή είναι η ουσία πίσω από οποιαδήποτε τέτοια υπόθεση. Πρέπει να είναι κάποιος συγγενής με την επιχείρηση, μικρή ή μεγάλη, που να το πάρει πάνω του: να το ζει, να το αγαπά και να συνεχίσει έτσι την οικογενειακή παράδοση».
Της Χριστίνας Μανδρώνη